Το, σκοτεινών συνεπειών, περιεχόμενο της συμφωνίας του Eurogroup της 21ης Ιουνίου για το ελληνικό χρέος, δεν δικαιολογεί, ασφαλώς τους πανηγυρισμούς στο Ζάππειο, με ή χωρίς γραβάτα. Και τούτο, επειδή πρόκειται για μια επιπλέον συμφωνία, που όχι μόνο παραμένει πιστή στις βασικές κατευθύνσεις των τριών προηγούμενων Μνημονίων, δηλαδή ακριβώς αυτές που εξαθλίωσαν την ελληνική κοινωνία και οικονομία, αλλά και επειδή είναι αυτή που φέρνει την ταφόπετρα.
Και στο τελευταίο αυτό Μνημόνιο (γιατί πώς να γίνει, για Μνημόνιο πρόκειται), οι ατελεύτητες συζητήσεις μέχρι των πρωινών ωρών, στο Eurogroup, διαπιστώνουν, γι’ ακόμη μια φορά, την αγωνία των εταίρων μας για την πλήρη κατοχύρωση των συμφερόντων των δανειστών, αλλά και την παγερή αδιαφορία τους για τις τραγικές επιπτώσεις των μέτρων, που τελικά μας επιβάλλουν. Προσπαθώ να ανακαλύψω έστω και ένα μέτρο της τρόϊκας ή και αργότερα των «θεσμών», στα περίπου εννέα μνημονιακά μας χρόνια, που να στόχευε στη σωτηρία της πραγματικής και όχι της εικονικής ελληνικής οικονομίας. Αναζητώ, έστω και ένα μόνο μέτρο, που να προώθησε την ταχύρρυθμη ανάπτυξη, και όχι την αλύπητη αφαίμαξη όλων ανεξαιρέτως των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της χώρας. Το περιεχόμενο ενός τέτοιου μέτρου, που οπωσδήποτε απουσιάζει από τα Μνημόνια, θα στόχευε πριν από όλα στον αποκλεισμό της λιτότητας, θα φρόντιζε να εξασφαλίσει αναπτυξιακά δάνεια. Στη δε θέση των οιονεί δανείων, που αυτοστιγμεί επιστρέφουν στους δανειστές, θα προωθούσε επενδύσεις και αξιοποίηση πλουτοπαραγωγικών πηγών. Θα ενίσχυε πληθωρισμό της τάξης του 3-4% για να ενθαρρυνθεί η οικονομική δραστηριότητα, θα προχωρούσε σε δικαιότερη κατανομή του εισοδήματος και θα πρόσφερε, από την αρχή, τουλάχιστον 15ετή περίοδο χάριτος, πριν από την έναρξη αποπληρωμής του χρέους. Να τα αποτελέσματα Με την εξασφάλιση ενός ετήσιου αναπτυξιακού ρυθμού, ίσου με 3,5-4%, η εξυπηρέτηση του χρέους θα ήταν σχεδόν αυτοτροφοδοτούμενη, και το ίδιο και η σταδιακή πληρωμή του χρέους. Με κάποιες παραλλαγές, αυτό το σχήμα ήταν το προτεινόμενο από τη Γαλλία, που όμως απορρίφθηκε χωρίς συζήτηση, όλες τις φορές που ήρθε για συζήτηση. Τελικά, ωστόσο, η απόρριψη ήταν νομοτελειακή, γιατί είναι αδύνατον να υπάρξει ανάπτυξη, όταν ταυτόχρονα εφαρμόζεται στραγγαλιστική πολιτική λιτότητας. Τα αποτελέσματα της πολιτικής, που επιβλήθηκε στην Ελλάδα, από τους δανειστές, χρόνο ύστερα από χρόνο, ήταν:
Εκ προοιμίου δράμα Τα μέτρα των τριών προηγουμένων Μνημονίων είχαν, χωρίς δυνατότητα της όποιας μορφής αμφισβήτησης, καταστρεπτικά αποτελέσματα για την Ελλάδα. Και τούτο, επειδή στο διάστημα των εννέα αυτών οδυνηρών ετών, δεν υπήρξε ούτε ένα μέτρο, με προορισμό την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας. Ούτε ένα μέτρο, που να απέβλεπε στον περιορισμό των ανείπωτων δεινών των Ελλήνων. Αντιθέτως, η ανάπτυξη είχε εκ προοιμίου αποκλειστεί από την ατζέντα των δανειστών μας, παρότι με την επίκληση της δήθεν αναμονής της αποκοίμιζαν όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις αυτής της δραματικής περιόδου. Αυτά ήταν, ως εδώ, τα δραματικά έργα και οι ημέρες των τριών Μνημονίων. Και επειδή ορισμένοι ανάμεσά μας, προβάλλουν τα όχι σοβαρά επιχειρήματα, ότι δηλαδή «καθώς εμείς φταίγαμε για όλα θα έπρεπε να πληρώσουμε«, να υπενθυμίσω ότι, ουδείς, από όσο γνωρίζω, αρνείται την υποχρέωσή μας να πληρώσουμε ό,τι αποτελεί νόμιμο χρέος μας. Αλλά αυτή η πληρωμή, που θα έπρεπε να προγραμματιστεί μέσα σε ανθρώπινα, αλλά και σε αποτελεσματικά πλαίσια δράσης, από τους «εταίρους» μας, οι οποίοι αρέσκονται επιπλέον να εμφανίζονται και ως σωτήρες μας, σχεδιάστηκε αντιθέτως μέσα σε απάνθρωπα και σε αναποτελεσματικά καλούπια. Και τώρα το 4ο και καλύτερο Αναμένοντας αυτά τα μέτρα νέας μνημονιακής κοπής, είχαν πυροδοτηθεί μεγάλες προσδοκίες για «θριαμβευτική έξοδο» από τα Μνημόνια, για «ελάφρυνση χρέους», για «εγκατάλειψη της λιτότητας», για «επάνοδο στην κανονικότητα» και για «ανάκτηση της χαμένης εθνικής κυριαρχίας». Αυτό, όμως, που τελικά μας προέκυψε είναι ένα τέταρτο Μνημόνιο, που δεν είναι απλώς «ένα από τα ίδια», αλλά είναι δυστυχώς ένα πολύ χειρότερο από όλα τα προηγούμενα. Να υπογραμμίσω, ακόμη, ότι το τελευταίο αυτό Μνημόνιο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και όρο πολύ προσβλητικό και εντελώς απαράδεκτο για το σύνολο του ελληνικού λαού. Όρο που θα όφειλε να αποκρουστεί με νύχια και δόντια από τους Έλληνες διαπραγματευτές. Εξυπακούεται ότι αναφέρομαι στο γεγονός ότι, σε αντίθεση με τις λοιπές χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, που αυτές ελέγχονται κάθε έξη μήνες, οι εταίροι μας εξευτέλισαν, επιβάλλοντας, σε εμάς, έλεγχο κάθε τρεις μήνες. Η ανεπίτρεπτη ανάμεσα σε εταίρους, προσβλητική αυτή μεταχείρισή μας, θα έχει σίγουρα δυσμενείς επιπτώσεις στην πορεία και στις επιδόσεις ενός λαού, που του βάζουν δημόσια την ετικέτα, του «αναξιόπιστου», και που οι εκπρόσωποί του την αποδέχονται αδιαμαρτύρητα. Ωστόσο, ο κ. Τσίπρας έκρινε ότι έτσι κερδίζουμε την «εθνική μας κυριαρχία». Να αναφερθώ εδώ και σε ένα άλλο αδιανόητο ατόπημα, για το οποίο δεν υπάρχουν λόγια για να το χαρακτηρίσω. Πρόκειται για πληροφορία, που συζητιέται ευρέως ανάμεσα στους Έλληνες βουλευτές, και την οποία επιπλέον διάβασα ως είδηση σε ξένα έντυπα: ότι, δηλαδή, φθάσαμε σε τέτοιο σημείο απόλυτου ξεπεσμού (για την περίπτωση που αυτό συνέβη) ώστε ανταλλάξαμε την πατρίδα μας, τη Μακεδονία, με……ελάφρυνση χρέους (που, και αυτή, δεν έγινε). Καθώς τα μέτρα του τέταρτου αυτού Μνημονίου διαχέουν παντού μαυρίλα, που διαπιστώνεται με την πρώτη αναγνωστική ματιά, θα αναφερθώ σύντομα σε μερικά μόνο από αυτά. Οιονεί και οριακά μέτρα ελάφρυνσης Αν εξαιρέσουμε τη δεκαετή αναστολή πληρωμής μικρού σχετικά τμήματος των συνολικών υποχρεώσεών μας, που οπωσδήποτε έπρεπε να μας έχει εξασφαλιστεί από την αρχή, όλα τα υπόλοιπα δήθεν ελαφρυντικά μέτρα είναι μικρής ως οριακής σημασίας. Πρόκειται για σταγόνες στο χείμαρρο της συνολικής καταστροφής. Και, ειδικότερα, πρόκειται είτε για εντελώς ασήμαντα μέτρα ελάφρυνσης, είτε για ποσά που οι εταίροι όφειλαν να μας επιστρέψουν εδώ και καιρό, είτε ακόμη για μέτρα που εμφανώς πάρθηκαν για να εξασφαλίσουν τα συμφέροντα των δανειστών, και όχι για να βελτιώσουν τη δική μας θέση. Κατά τα άλλα για ακόμη μια φορά οι «εταίροι» μας, εκτός των φίλων Γάλλων, αντιμετώπισαν το ελληνικό πρόβλημα με μεμψιμοιρία, με θλιβερή μιζέρια, αθετώντας όλες τις υποσχέσεις τους για ουσιαστική ελάφρυνση χρέους, και με ξεκάθαρη άρνηση να δώσουν ανάσα στη χώρα, που οι ίδιοι καταστρέψανε με τα άπληστα και εξοντωτικά τους Μνημόνια. Ως συμπλήρωμα των δήθεν μέτρων ελάφρυνσης, οι δικοί μας αρμόδιοι αναφέρονται και σε δυνατότητες «στοχευμένων παροχών», μέσα από τις οποίες ουτοπικά πιστεύουν ότι θα «σώσουν» την καταρρέουσα κατάσταση. Πρόκειται, ειδικότερα, για την υποχρέωση των Ελλήνων να υπερβούν ακόμη και αυτά τα εγκληματικά υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα των 3,5% του ΑΕΠ ως το 2022, ώστε να εξασφαλίζονται έτσι οι «στοχευμένες παροχές». Και εύλογα διερωτάται κανείς από τι είδους μήτρα ιδεών αντλούν οι αρμόδιοι αυτά τα παρανοϊκής πρωτοτυπίας σχήματα; Φονικά μέτρα
Το σκίσιμο των μνημονίων; Και όλα αυτά ξεκίνησαν με τον κ. Τσίπρα, που ασφαλέστατα δεν θα γινόταν ποτέ πρωθυπουργός, αν δεν έδινε προεκλογικές υποσχέσεις περί «σκισίματος Μνημονίων». Εκείνη την ηρωική περίοδο ο κ. Τσίπρας ήταν απορριπτέος από την κυρία Μέρκελ και το επιτελείο της, αλλά λαοπρόβλητος στην Ελλάδα. Έκτοτε, και ειδικά μετά το δημοψήφισμα του 2015, τα Μνημόνια, όχι μόνο δεν σκίστηκαν, αλλά μεταβλήθηκαν και σε είδος Ευαγγελίων, και τοποθετήθηκαν ευλαβικά μέσα σε χρυσόδετα κάδρα. Οι μνημονιακές επιταγές, όσο παράλογες και φονικές και αν είναι, καταβάλλονται ωστόσο υπεράνθρωπες προσπάθειες και υπέρμετρες θυσίες, ώστε να μην παρακωλύεται η πιστή τους εφαρμογή. Έτσι, ο Έλληνας πρωθυπουργός κατέστη πολύτιμος για τις Μεγάλες Δυνάμεις, σε βαθμό που και το ΔΝΤ με αλχημείες, και παρότι το χρέος δεν είναι και δεν θα είναι βιώσιμο, επιμένει να παραμείνει ως χωροφύλακας στο «ευχάριστο περιβάλλον» του ελληνικού προγράμματος. Όσο για την Ελλάδα, αυτή έγινε έρμαιο των επιθυμιών των «εταίρων» της, των γειτόνων της, και κοινώς πρόκειται για «ξέφραγο αμπέλι». Για όσους πιθανόν διερωτώνται για ποιο λόγο έγιναν οι πανηγυρισμοί στο Ζάππειο, την επόμενη της συμφωνίας του Eurogroup, τώρα ελπίζω ότι θα καταλάβουν το πόσο άξιζε να γιορταστεί μια τόσο καλή συμφωνία. Με τα μάτια του κ. Τσίπρα «Η Ελλάδα πηγαίνει καλύτερα". Γράφει η Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη |